Τρίτη, 20 Οκτωβρίου 2020 13:40

Τα φαβορί σε ύπνωση

Από :

Μετά τις τέσσερις πρώτες στροφές της Ευρωλίγκα, τα περισσότερα από τα βαριά χαρτιά της διοργάνωσης έχουν ξεκινήσει άσχημα. Η Μακάμπι, η Ρεάλ και η Εφές βρίσκονται στο 1-3, ενώ λίγο πιο πάνω, η ΤΣΣΚΑ δείχνει επίσης να ψάχνεται, σε ένα διόλου πειστικό 2-2. Συμβαίνει κάτι ιδιαίτερο; Όχι απαραίτητα, αν και οι περιπτώσεις είναι μεταξύ τους διαφορετικές. Για παράδειγμα, Ισπανοί και Τούρκοι δύσκολα μπορούν να επικαλεστούν προβλήματα χημείας, κι ας λείπει ο Λάρκιν στους δεύτερους. Αντίθετα, τόσο η Μακάμπι, όσο και η ΤΣΣΚΑ, μάλλον βρίσκονται σε φάση αναγνώρισης των νέων τους ρόστερ, τα οποία δημιουργούν πολύ συγκεκριμένες προκλήσεις. Πάμε να δούμε μερικά βασικά πραγματάκια για τις ομάδες, σε μία προσπάθεια να διελευκάνουμε το μυστήριο της μέτριας εκκίνησής τους (στατιστικά από την Ευρωλίγκα και το Real Gm).

ΤΣΣΚΑ Μόσχας

Ξεκινώντας ανάποδα, από την ομάδα με το καλύτερο ρεκόρ, η πρώτη επισήμανση αφορά τις αλλαγές στο ρόστερ. Εκ πρώτης όψεως εντοπίζονται μόνο στους ψηλούς και δεν είναι πολλές. Όμως είναι σημαντικές, διότι τόσο ο Σενγκέλια, όσο και ο Μιλουτίνοφ, είναι παίκτες που κανονικά απασχολούν κατοχές, συνεπώς είναι αναπόφευκτο πως το παιχνίδι των Ρώσων αργά ή γρήγορα θα πρέπει να προσαρμοστεί (και) γύρω από τις αρετές τους. Μέχρι τώρα δεν συμβαίνει, για δύο λόγους. Πρώτον, ο Μιλουτίνοφ καλά καλά δεν έχει αγωνιστεί και δεύτερον ... έχει γυρίσει ο Κλάιμπερν.

Γιατί στέκομαι στο δεύτερο; Διότι στο περυσινό σύνολο, στο οποίο για πρώτη φορά στα χρόνια του Ιτούδη ένας παίκτης ανέλαβε τόσες πολλές πρωτοβουλίες (Τζέιμς), ο Κλάιμπερν δεν αγωνίστηκε παρά σε ελάχιστα παιχνίδια, λόγω του σοβαρού τραυματισμού του. Είναι πολύ λογικό λοιπόν, στα πρώτα στάδια της φετινής σεζόν να επιχειρείται η επαναφορά του σε ρόλο πρωταγωνιστή, κάτι που μοιραία έχει αναβάλει την ανάληψη πρωτοβουλιών από τον Σενγκέλια. Προς το παρόν, ο προπονητής ψάχνει τους πόλους δημιουργίας στην περιφέρεια, όπως και τους τρόπους να συνδυάσει τις ικανότητες του Γεωργιανού με εκείνες του Κλάιμπερν, αποφεύγοντας το μεταξύ τους "τρακάρισμα". Αν το καλοσκεφτείτε, με την εξαίρεση του "τρίπλα-τρίπλα-σουτ", οι δύο τους έχουν παρόμοια επιθετική συμπεριφορά, προτιμώντας να παρασέρνουν αντιπάλους με τη δύναμη, παρά να σουτάρουν. Η διαπραγμάτευση θα βγάλει κάτι καινούριο, όμως δεν θα είναι εύκολη και θα καταλήγει στην στατιστική εικόνα που βλέπουμε σήμερα.

Εκείνη μαρτυρά πως η ΤΣΣΚΑ δεν έχει αμυντικό πρόβλημα, αλλά επιθετικό, σκοράροντας μόλις 105 πόντους/100 κατοχές. Η επίδοση την φέρνει στην 15η (!) θέση της διοργάνωσης, πράγμα σπάνιο για ομάδα του Ιτούδη. Ταυτόχρονα, το χαμηλό ποσοστό των καλαθιών που προέρχονται από ασίστ (57,6%), σε συνδυασμό με τα φορτηγά των προσπαθειών που παίρνουν οι Τζέιμς και Κλάιμπερν (12,2 σουτ έκαστος ανά ματς, με μεγαλύτερο usage του 28% και οι δύο), μαρτυρούν πως η ομάδα επιτίθενται μονόπαντα, προσπαθώντας να ξεζουμίσει από τώρα την προσωπική έμπνευση. Μοιραία η κατεύθυνση οδηγεί και σε λάθη, τα οποία αποτελούν την κατάληξη για το 1/5 των κατοχών.

Μεμονωμένα βέβαια, τίποτε από όλα αυτά δεν είναι κακό. Δεν είναι κακό σώνει και ντε, το ότι ένας παίκτης μπορεί να παίρνει πολλές προσπάθειες. Ούτε είναι απαγορευτικό για την πρόοδο ενός συνόλου να μην μοιράζει πολλές ασίστ. Όταν όμως ο σχεδιασμός προδιαθέτει για διάφορα βαρυτικά κέντρα και αυτά δεν εμφανίζονται, τότε δικαιούμαστε να αναμένουμε άλλα κόλπα από εδώ και πέρα, που θα φέρουν την ΤΣΣΚΑ πιο κοντά στην εικόνα της θεωρίας. Περισσότερος Σενγκέλια, περισσότερος Μιλουτίνοφ.

Σιγά σιγά. Ακούγεται (και είναι) πρόωρο, αλλά αν μου λέγανε να στοιχηματίσω από τώρα στο σύνολο που θα κατακτήσει την Ευρωλίγκα, θα έδειχνα προς τη Μόσχα - και όχι στα περίχωρα. 

Μακάμπι

Η περίπτωση της Μακάμπι μοιάζει με εκείνη της ΤΣΣΚΑ στο ότι οι αλλαγές στο ρόστερ έχουν συμβεί σε καίριες θέσεις. Ζίζιτς και Μπέντερ είναι διαφορετικού τύπου παίκτες από εκείνους που προϋπήρχαν στις θέσεις 4 και 5 τα προηγούμενα χρόνια και οι Ισραηλινοί δυσκολεύονται να τους εντάξουν στην die-hard νοοτροπία του συλλόγου, όπως έχει διαμορφωθεί στη θητεία του Σφαιρόπουλου.

Σε αντίθεση με όσα συμβαίνουν στην Μόσχα, στο Τελ Αβίβ δεν υπάρχουν επιθετικά προβλήματα, ούτε αναμένεται να υπάρξουν. Η ομάδα βασίζεται στους γκαρντ και σε ό,τι φτιάχνουν σε transition (δεύτερη σε ρυθμό) και πικ εν ρολ. Μπορεί η συνταγή να μην είναι σούπερ αποτελεσματική (6η σε πόντους ανά κατοχή και 11η σε σταθμισμένη ευστοχία - eFG%), όμως τέτοια πράγματα μέσες άκρες δεν επηρεάζουν σύνολα του Σφαιρόπουλου. Εκείνο που βγάζει μάτι είναι η αμυντική επίδοση, που κατατάσσει τη Μακάμπι στη 12η θέση, από την πρώτη που κατείχε πέρυσι. Οι 110 πόντοι ανά 100 κατοχές λογικά θα έχουν κάνει τον κόουτς να χάσει τον ύπνο του και για αυτό τον λόγο ο βετεράνος Γκιστ φέρεται να βρίσκεται προ των πυλών της Μενόρα Μίβτατσιμ.

Ο Γκιστ δεν αποτελεί το αμυντικό τέρας του παρελθόντος και μάλλον θα τα βρει σκούρα, αν πρέπει να κυνηγάει κοντούς στην περίμετρο. Από την άλλη, το ζητούμενο εδώ είναι να καλυφθούν σωστότερα οι χώροι, όταν ο Ζίζιτς μπλέκεται στα πικ εν ρολ και όταν ο Χάντερ πάει σε αλλαγές, κάτι που ούτε ο μαχητικός Καλάριο μπορεί να καταφέρει, ούτε φυσικά ο Μπέντερ. Πολύ συχνά, το κονσόρτσιουμ των ψηλών βγάζει άμυνες για bloopers, όπως απέναντι στον Ολυμπιακό.

Ιδού τέσσερα παραδείγματα: α) Ο Μπέντερ μένει άγαλμα στο drive αντί να βοηθήσει, β) ο ίδιος παίκτης αργεί και ο Πριντεζης του κάνει πλάκα, γ) ο Μάρτιν διαλύει δύο Καλάριο και Ζίζιτς μαζί και δ) Με τον Χάντερ στην περίμετρο, η παγίδα στο low post φέρνει την καταστροφή.

Η κατάσταση αυτή δεν γίνεται να συνεχιστεί και το έλλειμα αθλητικότητας/αντίληψης/συννενόησης κοντά στη ρακέτα πρέπει να καλυφθεί. Ο Χάντερ δεν θα σταματήσει να πηγαίνει σε switch και στην πίσω ζώνη ίσως χρειάζεται διαφορετική στελέχωση. Το βασικό πρόβλημα της Μακάμπι τη δεδομένη στιγμή δεν είναι κάποιο άλλο.

Ρεάλ Μαδρίτης

Εδώ ζητήματα χημείας δεν υπάρχουν. Εμφανίζονται όμως, όπως και στην περίπτωση της Μακάμπι, αμυντικά κενά. Η Ρεάλ δέχεται πολύ εύκολα πόντους για τα στάνταρ της, παρουσιάζοντας την τρίτη χειρότερη άμυνα της διοργάνωσης, με περίπου 116 πόντους ανά κατοχές. Τραγωδία. Η εικόνα περιγράφεται καλύτερα αν ρίξουμε μια ματιά στις επιδόσεις των αντιπάλων από το τρίποντο. Οι ομάδες που αντιμετωπίζουν τους Μαδριλένους σκοράρουν πίσω από το τόξο σε ποσοστό κοντά στο 44% ή αλλιώς κοντά στο "ολα μέσα".

Η εξήγηση δεν είναι μία. Αρχικά, καθώς οι Γιουλ και Ρούντι έχουν έναν έξτρα χρόνο στις πλάτες τους, δεν ανεβάζουν την αμυντική ένταση στην περίμετρο από τόσο νωρίς στη σεζόν. Το ίδιο μέσες άκρες ισχύει και για τον Κοζέρ, που περνάει κορόνα και δεν έχει επανέλθει. O Tέιλορ έχει αγωνιστεί σε δύο ματς και ο Καμπάτσο, όσο έχει στιγμές ευφυϊας, άλλο τόσο παρουσιάζει δεδομένα μειονεκτήματα στην άμυνα, σε περιπτώσεις που δεν καλείται να πιέσει τη μπάλα. Τα βάζουμε όλα μαζί στο μπλέντερ και όσο να ναι μία συγκεκριμένη άποψη τη σχηματίζουμε. Η Ρεάλ, αυτό τον καιρό πάντα, παρουσιάζει έλλειμα ενέργειας και η επιστράτευση των νεαρών (Αμπάλδε, Αλοσέν, ακόμη και Γκαρούμπα) δεν αρκεί για να λυθούν τα προβλήματα.

Ακόμη πιο σημαντικό όμως προβάλει το εξής: Πως ό,τι και να συμβαίνει στην περίμετρο, η στελέχωση κοντά στο καλάθι μειώνει τη δυνατότητα για εναλλακτικές αμυντικές στρατηγικές. Στο πικ εν ρολ ή στο πικ εν ποπ, ένας κοντός και ένας ψηλός μπορούν να κάνουν πάρτι, είτε μαζί, είτε εναλλάξ. Οι εμφανίσεις των Ντούμπλιεβιτς (6/9 τρίποντα) και Σέρχι (25 πόντοι, 3/6 τριπ., 7 ασίστ) το πιστοποιούν και ειδικά σε εκείνη του πρώτου, όλα τα μειονεκτήματα του Ταβάρες αποκαλύφθηκαν.

(σ.σ. βαρέθηκα να βάλω όλες τις φάσεις...)

Η εναλλακτική εώς τώρα είναι να παίζει ο Τόμπκινς στη θέση 5. Δεν αποδίδει, γιατί μέσες άκρες αμύνεται με τον ίδιο τρόπο και ειδικά στη μέση απόσταση (flat κάλυψη) είναι μέτριος. Δεν γνωρίζει τη θέση και η περίοδος προσαρμογής του σε αυτήν κοστίζει. Από την άλλη, μιλάμε για μόλις τέσσερα παιχνίδια και τα παραπάνω προβλήματα δεν φαίνονται μη διαχειρίσιμα, ίσως αποτελούν απλώς προβλήματα της στιγμής. Η Ρεάλ άλλωστε,  πάντα υπολόγιζε στην close out άμυνα και στα κλεψίματα στις διαδρομές της πάσας. Οι χρόνοι μπορεί να μοιραστούν υπέρ των πιο φρέσκων, οι Κοζέρ και Τέιλορ αργά ή γρήγορα θα βρουν ρυθμούς και όσο έχω δει τον Ταβάρες φέτος, τοποθετείται σωστότερα στην περίμετρο όσες (λίγες) φορές καλείται να το κάνει. Το να υπήρχε ένας x factor στο στυλ "Μάρκους Σλότερ" πάντως, δεν νομίζω να χάλαγε κανέναν.

Εφές

Η Εφές αποτελεί ένα σύνολο που κάνει ελάχιστα λάθη και που επιτίθεται αποτελεσματικά, ακόμη και εν τη απουσία του τρομερού Λάρκιν. Παρά το γεγονός ότι οι επιθετικές επιδόσεις της έχουν πέσει σε σχέση με πέρυσι, εξακολουθεί να βρίσκεται εντός πρώτης πεντάδας σε σταθμισμένη ευστοχία και αποτελεσματικότητα ανά κατοχή. Κανονικά, δεν θα έπρεπε να είναι στο 1-3, ούτε να χάνει εντός έδρας από τις Ζενίτ και Φενέρ.

Τι συμβαίνει; Πιθανότατα ό,τι και στις ομάδες που ψευτοαναλύσαμε ως τώρα, πλην ΤΣΣΚΑ. Η άμυνα των Τούρκων είναι για τα πανηγύρια, παραχωρώντας 112 πόντους ανά 100 κατοχές, όπως και χάνοντας αμυντικά ριμπάουντ, πολλά αμυντικά ριμπάουντ (15η σε defensive rebound rate, με μικρή διαφορά από τα χάλια των τελευταίων).

Μισό λεπτό όμως. Τα δύο αυτά προβλήματα υπήρχαν και πέρυσι. Η Εφές πήγαινε μεν με ρυθμό υπερταχείας, ταυτόχρονα δε είχε μόλις την 12η άμυνα στη διοργάνωση και έχανε περίπου ένα στα τρία αμυντικά ριμπάουντ που διεκδικούσε. Δεν είναι δηλαδή ότι φέτος υπάρχει κάποια τρομερή διαφορά στα δεδομένα μειονεκτήματα, κάτι που μας προδιαθέτει να σκεφτούμε τελικά το εξής: Πως το σύνολο του Αταμάν είναι φτιαγμένο με τέτοιο τρόπο, ώστε για να αποδώσει στο μέγιστο, πρέπει μονίμως η επίθεση του να λειτουργεί όχι απλά σε πολύ καλό, αλλά σε άριστο επίπεδο. Enter Σέιν Λάρκιν.

Ναι! Η Εφές σκοράρει μια χαρά, με ποσοστά που οι περισσότερες ομάδες θα ζήλευαν. Όμως το συγκριτικό της πλεονέκτημα στην επίθεση έναντι όλων των άλλων συνόλων έχει χαθεί, με αποτέλεσμα οι αντίπαλοι να μπορούν να την κερδίσουν μέσα από την πίεση και τη δύναμη, όπως έκαναν οι Ζαλγκίρις (70% στα δίποντα) και η Φενέρ (14 επιθετικά ριμπάουντ). Πέρυσι δεν θα γινόταν, διότι πέρυσι η Εφές θα έβαζε περισσότερους πόντους βρέξει-χιονίσει, διάγοντας μία ιστορικά καλή χρονιά παραγωγικά, που όμοια της συναντούσε κανείς μόνο στη Μακάμπι του Σάρας και του Πάρκερ. Μιλάμε για τόσο καλή. Είναι πολύ λογικό λοιπόν, όταν οι αντίπαλοι σκοράρουν φέτος απέναντι της σε καλούς ρυθμούς βάσει συνόλου κατοχών, να μην μπορεί πάντα να σκοράρει παραπάνω. Τα νεκρά διαστήματα έχουν αυξηθεί εμφανώς και αμφιβάλω πολύ σοβαρά για το αν θα μπορούν να εκλείψουν χωρίς τον Λάρκιν.

Η εικόνα θα βελτιωθεί φυσικά με την επιστροφή του, αλλά κάτι μου λέει πως η ευκαιρία του Αταμάν χάθηκε πέρυσι, όταν τόσο ο καλύτερος παίκτης του, όσο και το σύνολο του, αγωνίζονταν σε επίπεδα (σχεδόν) ανεπανάληπτα για όλη την 20ετία της διοργάνωσης. Δεν γίνονται αυτά κάθε χρόνο, σόρι κλόουν κόουτς.

-------------------------------------------------------------------------------------

Λοιπόν άσχετο τώρα, αλλά βγήκε χθες αυτός ο Μαγιορκίνης πως τον λένε, που προσπαθούσε πριν δυο μήνες να μας πείσει ότι οι τάξεις με 25 άτομα παρουσιάζουν το ίδιο ρίσκο μετάδοσης του covid, με εκείνες των 15 ατόμων και είπε για το κάπνισμα, ότι πρέπει να το κόψουμε, διότι αλλιώς τη γαμήσαμε κλπ κλπ.

Δεν τον εμπιστεύομαι, αλλά μεταξύ μας, πρέπει να κόψω το κάπνισμα, υπάρχουν μελέτες, ήρθε η ώρα. Όσοι/όσες το έχετε κάνει, στείλτε κάνα μήνυμα ή γράψτε εδώ από κάτω το πώς το καταφέρατε, αν θέλετε φυσικά. Ψάχνω τον τρόπο και δεν μου αρκούν παραινέσεις τύπου Κοέλιο "πρέπειπρωταπολανατοθελεισεσύ" και "αντοβαλεισσκοποθατακαταφερεις". Αηδίες, εδώ χρειαζόμαστε μέθοδο. Πάντως αν τελικά συμβεί, ας τρέμουν εκεί στο tennisleague.gr, τελείωσαν τα ψωμιά τους.  

 

 

Basketballguru.gr 2018 All righs reserved.      Designed and Developed by Web Rely