Τετάρτη, 16 ΜΑΙΟΥ 2018 14:21

H Μπέκι Χάμον και οι Άλλες.

Από :

Η ιστορία της Μπέκι Χάμον είναι μια αληθινά ευχάριστη ιστορία. Η συνέντευξη της βοηθού του Γκρεγκ Πόποβιτς με τους Μιλγουόκι Μπακς έφερε στην επιφάνεια εμφατικά το ζήτημα της ισότητας των φύλων στους αθλητικούς χώρους εργασίας , εκεί όπου κατά κανόνα οι διοικητικές θέσεις είναι συντριπτικά κατηλειμμένες από άντρες. Πιο επιφανής καλεσμένος στην δημόσια συζήτηση ήταν μάλλον ο Ισπανός Πάου Γκασόλ, ο οποίος εκμεταλλεύτηκε τις δυνατότητες της πλατφόρμας The Player's Tribune, για να συντάξει μια ανοιχτή επιστολή προς ηλιθίους. Μόνο τέτοιοι θα μπορούσαν να σκεφτούν σήμερα ότι μία γυναίκα δεν έχει τις δυνατότητες να προπονήσει μία ομάδα μπάσκετ αντρών ή γυναικών , όπως διαπιστώνει και ο Πάου, καταρρίπτοντας διάφορα αντεπιχειρήματα ένα προς ένα, μεταξύ των οποίων και το γνωστό περί αμηχανίας στα αποδυτήρια. "Σε ο,τι αφορά τα όσα γίνονται πίσω από την σκηνή, δεν υπάρχει καμία πρακτική διαφορά σε αυτή τη λίγκα μεταξύ ενός θυληκού ή αρσενικού προπονητή". Standing ovation.

Eρωτήματα

Ο Γκασόλ κλείνει το σημείωμα του με δύο προβλέψιμα συμπεράσματα, με το δεύτερο να είναι παρόλα αυτά αυτονόητα αναγκαίο. "Μια ικανοποιημένη λίγκα, θα έβλεπε αυτά τα επιτεύγματα (σ.σ. την Χάμον και την πρόσληψη Κοκόσκοφ μεταξύ άλλων) και θα μπορούσε άνετα να πει , οκ τα καταφέραμε, τελειώσαμε. Αλλά το NBA δεν είναι μια ικανοποιημένη λίγκα. Είναι μια σπουδαία λίγκα. Και για μένα, μια σπουδαία λίγκα θα το έβλεπε ως εξής: εχουμε διανύσει πολύ δρόμο και έχουμε επιδείξει μεγάλη ανάπτυξη... αλλά υπάρχουν πολλά ακόμη που απομένουν να αναπτύξουμε. Ναι, αυτή είναι πρόοδος - αλλά δεν είναι η γραμμή του τερματισμού". Το NBA είναι λοιπόν ένας σπουδαίος οργανισμός, αλλά μένουν ακόμη να γίνουν πολλά στο θέμα της ισότητας των δύο φύλων. Με ποιο τρόπο άραγε, αγαπητέ Πάου;

Ο,τι διαβάσετε από εδώ και κάτω αποτελεί μια προσπάθεια να έρθει κανείς αντιμέτωπος με αυτό το ερώτημα, όχι φυσικά για να απαντήσει ο παιχταράς των Σπερς, αλλά για να διευρενηθούν τα πιθανά όρια της τοποθέτησης του, η οποία αντιπροσωπεύει μέσες άκρες και διάφορες άλλες δημοφιλείς τοποθετήσεις. Ο προβληματισμός μου, αγαπητοί φανζ, είναι μέσες άκρες ο εξής: είναι ικανή η δημοσιότητα διηγήσεων όπως εκείνη της Χάμον, αν ιδωθεί υπό το πρίσμα του Πάου Γκασόλ, να συνεισφέρει ουσιαστικά στον διάλογο περί της "ισότητας"των φύλων στα αθλητικά πόστα ή μήπως διατηρεί τελικά ανέπαφες τις κυρίαρχες ισορροπίες, επενδύοντας τες με έναν διάφανο , κι όμως συμπαγή, χιτώνα άφεσης αμαρτιών; Υπάρχει άραγε η πιθανότητα η προσοχή μας στην ανερχόμενη προπονήτρια , να περιθωριοποιεί ταυτόχρονα κάποιες εναλλακτικές και σαφώς πιο ρηξικέλευθες εκδοχές ρήξης με το εργασιακό status quo του αθλητισμού, της αγοράς εργασίας εν γένει ή των κοινωνικών/πολιτικών ισορροπιών; Είναι μάλιστα εξίσου πιθανό η έννοια της "γυναίκας" να στέκεται αρωγός σε μια τέτοια περιθωριοποίηση;

Κατ'αρχήν, αξίζει να αναφερθεί πως, σύμφωνα με το Institute of Diversity and Ethics in Sport, το ΝΒΑ κατέχει την πρωτιά στα αμερικάνικα σπορ , σε ο,τι αφορά τον διασκορπισμό των θέσεων εργασίας σε φύλο ή φυλή. 35,1% εκείνων καταλαμβάνεται από μη λευκούς και 38% από γυναίκες, νούμερα που απέχουν ικανή απόσταση από τα αντίστοιχα του "ανταγωνισμού". Εντούτοις, στα δύο πιο νευραλγικά πόστα μιας ομάδας μπάσκετ (εκείνα του GM και του προπονητή) , υπάρχει εκπρόσωπηση μόνο του ενός φύλου, όπως βασικά συμβαίνει παντού στον κόσμο. Η λίγκα εκεί δεν έχει προοδεύσει ιδιαίτερα, σε απόλυτη συνάφεια με την αμερικάνικη κοινωνία. Αναλογιστείτε πως από τις 500 μεγαλύτερες εταιρείες που είναι εισηγμένες στο χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης , τo 2015 μόλις 24 είχαν γυναίκα CEO(διευθυντη), ήτοι κάτω από το 15%. Η - απλώς συνεντευξιαζόμενη - Χάμον αποτελεί σταγόνα στον ωκεανό και το γραπτό του Πάου Γκασόλ ένα απλό ευχολόγιο, ενταγμένο μέσες άκρες στον δημοφιλώς αποδεκτό λόγο περί ίσων ευκαιριών. 

Mία προσωποκεντρική ιστορία ανέλιξης

Το πρόβλημα έχει κατά την γνώμη μου αφετηρία σε δύο διαφορετικές, κι όμως συμπληρωματικές, συνιστώσες.  Πρώτον, πως η διήγηση της ανέλιξης της Χάμον είναι έτσι κι αλλιώς προσωποκεντρική. Είναι η γυναίκα που απέδειξε μόνη της ότι μπορεί να εισχωρήσει στον κόσμο των αντρών, ο οποίος με την σειρά του δείχνει γενναιοδωρία στην αποδοχή. Πρόκειται σαφώς για την κλασική φιλελεύθερη λογική της ατομικής πρωτοβουλίας, την οποία το ΝΒΑ στηρίζει σε κάθε ζήτημα που άπτεται της κοινωνίας ή της πολιτικής.

Σαν επιβεβαίωση, ο κομισάριος Ανταμ Σίλβερ, όταν είδε πως κάποιοι ονομαστοί αθλητές και προπονητές της Λίγκας (Τζέιμς, Αντονι, Γουέιντ, Κερ, Πόποβιτς κλπ) τοποθετούνταν συνεχώς και δημόσια για θέματα ρατσισμού , αστυνομικής βίας ή πολιτικής εν γένει, δεν απαγόρεψε, αλλά αντίθετα ενθάρρυνε τις φωνές. Το μεγάλο του κόλπο όμως ήταν αυτό ακριβώς: Γνωρίζοντας πως τα σύμβολα του πρωταθλήματος θα παρέμεναν σύμβολα, φρόντισε να συμφωνήσει μαζί τους να αφήσουν τις διαμαρτυρίες εκτός των τεσσάρων γραμμών και να τις διατηρήσουν στο προσωπικό επίπεδο, χωρίς υποψίες οργανωμένης δράσης από μέρους τους. Το μπάσκετ θα περέμενε μπάσκετ, οι αθλητές του διακριτά πολιτικά όντα και ο αθλητικός χώρος καθαρός από οποιουδήποτε είδους παράταιρα νόηματα. "Δεν λέω ότι είναι υποχρεωμένοι, αλλά όσοι θέλουν και νιώθουν άνετα να μιλήσουν έχουν ένα υπέροχο πεδίο να το εκφράσουν, είτε είναι επίσημα μεσω των media , είτε από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης". Σε απόλυτη αντιστοιχία με τον κομισάριο, η εκτελεστική διευθυντής του σωματείου των παικτών, Μισέλ Ρόμπερτς, δήλωσε πρόσφατα πως οι παίκτες δεν διαμαρτυρήθηκαν συλλογικά, διότι έχουν την δυνατότητα να το κάνουν ατομικά. "Δεν χρειάζεται να γονατίσουν (στον εθνικό ύμνο), όταν μπορούν να επικοινωνήσουν τα δικά τους μυνήματα. Ο Λεμπρόν Τζέιμς, το μόνο που έχει να κάνει είναι ένα tweet και όλοι γνωρίζουν ακριβώς πώς νιώθει".

Το επίτευγμα του ΝΒΑ σε αυτή την συγκυρία δεν είναι μικρό. Φτάνοντας στην παραπάνω αμοιβαία συμφωνία, κατάφερε να "εξοβελίσει" την πολιτική άποψη στον χώρο της ευρύτερης δημόσιας σφαίρας, χωρίς να δημιουργήσει ένα δικό του , ξεχωριστό, δυναμικό αντί-κοινό, το οποίο θα μπορούσε εν δυνάμει να καταδείξει την διάτρητη φύση της. Για να κατανοηθεί κάπως καλύτερα το συγκεκριμένο συμπέρασμα, αξίζει κανείς να ανατρέξει στην έννοια της δημόσιας σφαίρας αυτής καθευατής, όπως αναθεωρήθηκε από την καθηγήτρια πολιτικών και κοινωνικών επιστημών του New School της Νέας Υόρκης, Νάνσι Φρέιζερ, στα μέσα της δεκαετίας του '90. Σε ένα δοκίμιο - σταθμό για την μετέπειτα φεμινιστική και ευρύτερα πολιτική διανόηση3, η Φρέιζερ υποστήριξε πειστικά πως ο δημόσιος διάλογος  στις "δυτικές κοινωνίες" έχει υποταχθεί στην ηγεμονία της λευκής, αστικής τάξης και πως ουσιαστικά διεξάγεται υπό τους όρους της. Αντίστοιχο είναι και το συμπέρασμα της καθηγήτριας Σύγχρονης Ιστορίας στο Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης, Εφης Αβδελά. Σε μία πολύ περιεκτική περίληψη των σύγχρονων πεδίων έρευνας της πολιτικής ιστορίας, η Αβδελά συνόψισε πως στο πλαίσιο του φιλελευθερισμού, εκείνοι που πληρούν τις προϋποθέσεις να συνάψουν κοινωνικό συμβόλαιο εμφανίζονται ως λευκοί, μεσοαστοί άντρες.

Αντιλαμβάνομαι πως η επίκληση στη αυθεντία δεν είναι πιθανώς το πειστικότερο επιχείρημα, παρόλα αυτά αξίζει να διερωτηθεί κανείς εάν , τόσο στην περίπτωση της Μπέκι Χάμον, όσο και σε εκείνες των προσωπικών πολιτικών τοποθετήσεων των αθλητών του ΝΒΑ, ο διάλογος (ή αν θέλετε η αφήγηση) που ακολουθεί κινείται εντός αυτού του πλαισίου. Ποιοι είναι εκείνοι που ανέλαβαν να γράψουν ή να μιλήσουν για τα συγκεκριμένα γεγονότα, πού δημοσιεύτηκαν και με ποιο τρόπο μπορεί να αποκλείουν μία άλλη οπτική επάνω στις διεκδικήσεις των γυναικών; Όπως, εξάλλου, υποστηρίζει η Φρέιζερ "σχεδόν από την αρχή, τα αντί - κοινά διαγωνίστηκαν με τoυς κανόνες αποκλεισμού του αστικού κοινού, περιγράφοντας εναλλακτικά στυλ πολιτικής συμπεριφοράς και εναλλακτικούς κανόνες δημοσίου λόγου. Το κοινό της αστικής τάξης, με την σειρά του, περιθωροποίησε αυτές τις εναλλακτικές και έψαξε επίτηδες να αποκλείσει την ευρύτερη συμμετοχή (σ.σ. στον διάλογο)".

Στην προκειμένη περίπτωση, η κύρια γραμμη της ιστορίας ακολουθεί μέσες άκρες το εξής μονοπάτι. Η Χάμον διεκδικεί την θέση μέσω της ικανότητας, το ΝΒΑ την αναγνωρίζει ως ίση των αντρών και παραδέχεται πώς πρέπει να γίνουν και άλλα βήματα προς αυτή την κατεύθυνση, όχι από πλευράς των διεκδικητών, όσο από την δική του. Η ηγεμονία οφείλει να γίνει καλύτερη και να ανταποκριθεί σε ήδη καταγεγραμένες ανάγκες, end of story , πάμε στα σπίτια μας. Όσο και αν ο Πάου Γκασόλ διατείνεται ότι η συζήτηση οφείλει να διατηρηθεί ανοιχτή, ενα μεγάλο μέρος των δημόσιων αναπαραστάσεων την έχει ήδη κλείσει, πριν εκείνη επεκταθεί στα εναλλακτικά πεδία που περιγράφει η Φρέιζερ. Πώς θα ήταν άραγε αν η Μπέκι Χάμον αποτελούσε την αφετηρία για να αποκτήσουν μεγαλύτερη δημοσιότητα οι φωνές γυναικών σε άλλους τομείς των σπορ, φωνές οι οποίες ήδη έχουν εκφραστεί συλλογικά και έχουν πετύχει σημαντικές νίκες σε εφαπτόμενα πεδία; Η σκοτεινή πλευρά του φεγγαριού είναι εδώ , για όποιον θέλει να την ανακαλύψει, και σε αυτήν συναντά κανείς τον δεύτερο άξονα της προβληματικής.

Μία για όλες

Αυτός μέσες άκρες αφορά την σημειολογική αξία της καλής προπονήτριας. Η Μπέκι Χάμον, μόνη της, λειτουργεί κατά κάποιο τρόπο ως μία συμβολική αποθήκη, στην οποία στοιβάζονται όλες οι υπόλοιπες γυναίκες του κόσμου , τα αιτήματα των οποίων εμφανίζονται να περιστρέφονται, ακόμη και σήμερα , γύρω από τον άσβηστο ήλιο της ίσης πρόσβασης σε θεσμοθετημένα δικαιώματα. Όπου εργάζεστε και εσείς, μπορούμε να εργαστούμε και εμείς, ο,τι αποφάσεις μπορείτε να πάρετε εσείς, με τον ίδιο τρόπο μπορούμε να τις πάρουμε και εμείς. Δεν είναι αυτό που μέσες άκρες διαβάζουμε αυτές τις μέρες;

Την συγκεκριμένη ακολουθία σκέψης , τα οργανωμένα γυναικεία κινήματα την έχουν φυσικά απορρίψει εδώ και πάρα πολλά χρόνια, όταν το πρώτο κύμα του φεμινισμού στην Αμερική (έληξε σαφώς πριν το '60) είχε ήδη διασφαλίσει δικαιώματα ψήφου και ιδιοκτησίας και όταν το δεύτερο (1960-80) πέτυχε σημαντική πρόοδο στον τομέα των εργασιακών σχέσεων. Ήδη από ένα σημείο στον χρόνο και έπειτα, για τις γυναίκες έγινε φανερό πως , πέραν του άκρος σημαντικού ζητημάτος της ίσης πρόσβασης, θα έπρεπε να επιλύσουν και εκείνο της αντιπροσώπευσης. Ο δυναμικός φεμινισμός των δεκαετιών του '60 και του '70 κατάφερε να οριοθετήσει την "γυναίκα" τόσο ως ίση , όσο και διαφορετική από τον "άντρα", έτσι ώστε να διεκδικήσει ακόμη περισσότερες κατακτήσεις, σχετικές με την σχέση μητρότητας-εργασίας και την συμμετοχή στον ευρύτερο δημόσιο διάλογο, πέραν της ψήφου. Παρόλα αυτά, και με τα γραπτά λόγια της Σούζαν Χέκμαν4 , "η κατηγορία της "γυναίκας" διατήρησε την ηγεμονία της λευκής, μεσαίας τάξης, ετεροσεξουλαϊκής γυναίκας, ξαποστέλοντας τις άλλες γυναίκες στα όρια των φεμινιστικών πολιτικών."

Ο αποκλεισμός αυτός, μάλιστα, ήταν ολοφάνερος ακόμη και εντός κινημάτων αντιστασιακού χαρακτήρα, όπως για παράδειγμα το φυλετικό κίνημα (Civil Rights Movement). Στην πανθομολογούμενη κορύφωση του, την παρέλαση στην Ουάσινγκτον το 1963 , όπου ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ έδωσε την διάσημη ομιλία του "Ι Have a Dream", οι μαύρες γυναίκες απαγορεύτηκε να παρουσιάσουν συλλογικά αιτήματα , υπό τον φόβο ότι η ατζέντα θα αλλαζε χαρακτήρα και η προσοχή θα μετατοπιζόταν από την φυλή στο γένος.

Τέτοιου είδους περιστατικά κατέδειξαν πλέον ολοφάνερα και την ανάγκη για στενότερους, όσο και διεσπαρμένους ορισμούς της "γυναίκας", προκειμένου να μπορούν να εκπροσωπηθούν ευρύτερες κοινωνικές ομάδες , που ενδεχομένως να παρουσίαζαν επιπλέον ευρύτερο φάσμα διεκδικήσεων και ευρύτερους τρόπους πραγματωσης των διεκδικήσεων αυτών. Από τα μέσα της δεκαετίας του '80 και έπειτα, ο φεμινισμός (σ.σ. αναφέρομαι πάντα στις Ηνωμένες Πολιτείες) στράφηκε στις πολιτικές ταυτότητας5 , όπου θα έλεγε κανείς πως βρίσκεται μέχρι και σήμερα, παρά την κατά καιρούς σκιαγράφηση ενός τέταρτου κύματος. Με απλά λόγια, η προσοχή των κινημάτων των γυναικών, επικεντρώνεται σήμερα σε επιμέρους ομάδες, που καταγράφονται ως αντί-κοινά6 κάτω από διαλεκτικά συμβολικά σημεία, όπως για παράδειγμα η "λεσβία γυναίκα", "η μαύρη γυναίκα", "η διεμφυλική μαύρη γυναίκα" κλπ.

Η πολλαπλότητα αυτή έχει προφανώς και εκείνη τις δικές τις οριοθετήσεις σε ο,τι αφορά τις προοπτικές κοινωνικοπολιτικής αλλαγής και έχει αντίστοιχα κατακριθεί στο επίπεδο της πολιτικής διανόησης (η σκέψη της Τζούντιθ Μπάτλερ είναι σε αυτούς τους κριτικούς τόπους πρωτοπόρα7). Ομως έχει πιστεύω ιδιαίτερη αξία να επαναλάβουμε λίγο πληρέστερα, για την συγκυρία αυτού του κειμένου, το ερώτημα που έκλεισε την προηγούμενη ενότητα: τι επιδράσεις θα είχε στην πολιτική ζωή, αν αντί για την ιστορία της Χαμον, διεισδυαν δυναμικά στην ηγεμονική δημόσια σφαίρα κάποιες άλλες, οι οποίες παρυσίασαν μια διαφορετική εκδοχή της ταυτότητας της "γυναίκας" και απλώς συναντήθηκαν στιγμιαία με το ζήτημα της "ισότητας"; Θα ήθελα, όσοι φτάσατε ως εδώ, να ρίξουμε παρέα μια ματιά σε δύο περιπτώσεις, εκείνες των συλλογικών διεδικήσεων των παικτριών του χόκει και του WNBA.

Οι γυναίκες του χόκει και του WNBA - Δυο διαφορετικά "κοινά"

Eνα χρόνο πριν το παγκόσμιο πρωτάθλημα χόκει του 2017, οι αθλήτριες της εθνικής ομάδας γυναικών των Η.Π.Α κατέβηκαν σε απεργία, η οποία κράτησε μέχρι και 70 ώρες πριν την έναρξη των αγώνων τον Μάρτιο του 2017. Σύμφωνα με το έγκυρο The Nation και τον Guardian , τα αιτήματα τους επεκτείνονταν σε μία πληθώρα πεδίων, από την αύξηση των πενιχρών μισθών και την πληρωμή για 12 (και όχι 6) μήνες τον χρόνο μέχρι και την καταβολή του ίδιου ποσού για σίτιση (!) με την αντρική ομάδα. Τα αιτήματα αυτά αγνοήθηκαν συστηματικά, μέχρι που η απειλή του μποϊκοτάζ άρχισε να βαραίνει τις πλάτες της ομοσπονδίας, με την συναίνεση να αποτελεί μονόδρομο.

Όμως δεν ήταν αυτός ο κύριος κίνδυνος για τους διοικούντες. Η μεγαλύτερη πίεση δεν ασκήθηκε τόσο από την φύση των διεκδικήσεων (ισότητα με τους άντρες, μισθολογική αύξηση), όσο από την υφή που πήρε η διάδοση τους. Οι αθλήτριες του χόκει πέτυχαν σε δύο τομείς: πρώτον, στο να αποκτήσει δημοσιότητα ο συλλογικός αγώνας τους και δεύτερον - μέσω αυτής - να κερδίσει την υποστήριξη άλλων αθλητικών ενώσεων/σωματείων, γυναικών και αντρών ταυτόχρονα.  Ξαφνικά, ή μάλλον όχι τόσο, το ζήτημα ξέφυγε από το φύλο και (συμπεριλαμβάνοντας το) επεκτάθηκε στα εργασιακά δικαιώματα και στην διακλαδική συννενόηση. Το σωματείο παικτών του ΝΒΑ μάλιστα, εξέδωσε την ακόλουθη, λακωνική δήλωση : "στεκόμαστε σε αλληλεγγύη με τις προσπάθειες της εθνική ομάδας χόκεϊ γυναικών, προκειμένου να εξασφαλίσει δίκαιη μεταχείριση για τα μέλη της". Αντιλαμβάνεστε πως η κατάκτηση τους δεν αφορούσε τελικά μόνο το φύλο, αλλά έφερε στην επιφάνεια και τις ανάγκες της "γυναίκας - αθλήτριας" , ενός όρου που σπάνια σχετίζεται με τον επαγγελματισμό αυτόν καθεαυτό. Επίσης, ανάδειξε το σημείο "γυναίκα" , όχι ως προς την ισότητα, αλλά ως προς την δυνατότητα για ξεχωριστή πολιτική δράση επάνω σε τομείς που άπτονται του φύλου μόνο επιδερμικά. Αν υπήρχε αντίστοιχο σημείωμα από τον Πάου Γκασόλ, τότε μάλλον εκείνο θα έλεγε "καλοσωρίζουμε την προσπάθεια των γυναικών να διαμορφώσουν εκείνες το εργασιακό τοπίο μέσω συλλογικών δράσεων, όμως μένουν ακόμη πολλά βήματα να κάνουμε". 

Σε ακόμη περισσότερες διακλαδώσεις καταλήγουν όσα διαδραματίστηκαν το καλοκαίρι του 2016 στο WNBA, μερικούς μήνες πριν ο (εμβληματικός πια) Κόλιν Κάπερνικ γονατίσει στον εθνικό ύμνο στην διάρκεια αγώνα του NFL και αφού διάφοροι παίκτες και προπονητές του ΝΒΑ είχαν ήδη πάρει θέση επάνω στις φυλετικές διακρίσεις της αστυνομίας και του προέδρου Τραμπ. Οι, μαύρες στην πλειοψηφία, αθλήτριες του πρωταθλήματος μπάσκετ γυναικών, έπιασαν μεν το νήμα των αντρών συναδέλφων τους, από την άλλη δε το ξετύλιξαν τελείως, μετατρέποντας την αντιθετική φωνή από ατομική σε συλλογική. Όπως ανέφερε σωστά το ESPN το φθινόπωρο της ίδιας χρονιάς, "σε ο,τι αφορά την ομαδική διαμαρτυρία, οι γυναίκες ήταν εκεί πρώτες και ο υπόλοιπος κόσμος των σπορ επιτέλους τις φτάνει".  

Η αρχή έγινε από τις αθλήτριες των Μινεσότα Λινξ (την καλύτερη δηλαδη ομάδα του WNBA), οι οποίες οργάνωσαν ομαδική συνέντευξη τύπου επάνω στο θέμα της αστυνομικής βίας στις 9 Ιουλίου 2016.  Κατά την διάρκεια της φορούσαν μαύρα t-shirts, τα οποία επάνω είχαν τυπωμένη την φράση "Η αλλαγή ξεκινάει μέσα από τις ΗΠΑ: Δικαιοσύνη και ευθύνη". Παρότι οι εκπρόσωποι της ομάδας στην συνέντευξη ήταν τέσσερις, η διεξαγωγή της δεν διαφημίστηκε αρχικά από τις ίδιες, αλλά προβλήθηκε στο σύνολο της από επίσημους λογαριασμούς του οργανισμού στα social media. Οι Λινξ έκαναν έτσι συνολική δήλωση.

 

Όπως μπορείτε να διαβάσετε σε ένα απολογιστικό άρθρο του SB Nation, η κίνηση αυτή πυροδότησε μία σειρά από γεγονότα. Για αρχή, τέσσερις αστυνομικοί του τμήματος της Μινεσότα παραιτήθηκαν των θέσεων τους στην ασφάλεια του γηπέδου, απολαμβάνοντας την πλήρη στήριξη του σωματείου τους, αλλά βρίσκοντας αντίθετο τον αρχηγό της αστυνομίας. Ως συνέχεια, διάφορες άλλες ομάδες (Φίνιξ Μέρκιουρι, Ιντιάνα Φίβερ) του πρωταθλήματος μπήκαν επίσης στον χορό, πάλι με συλλογικό τρόπο, ξανά με ιδιαίτερο τρόπο ένδυσης , αλλά επιπλέον μέσα στους - ιδανικά άφθαρτους για τον Σίλβερ - αγωνιστικούς χώρους. Το μικρό κίνημα που γεννήθηκε βρέθηκε σχεδόν αμέσως αντιμέτωπο με την διοργανώτρια αρχή, η οποία επέβαλε πρόστιμα για παράβαση του κώδικα ένδυσης και ουσιαστικά αποδοκίμασε τις κινήσεις. Οι μαύρες γυναίκες του WNBA βλεπετε, δεν είχαν ούτε το έρεισμα, ούτε την ευρεία αποδοχή των αντρών συναδέλφων τους.

Παρόλα αυτά,ανέλαβαν πλήρως ένα σαφώς μεγαλύτερο ρίσκο. Η ένωση των παικτριών στήριξε απόλυτα τις δράσεις των μελών της και κινητοποιήθηκε κατά της διοίκησης του WNBA , δια μέσω μάλιστα της αντιπροέδρου της, Τανίσα Ράιτ. "Θέλουμε να μπορούμε να χρησιμοποιούμε την πλατφόρμα και την φωνή μας. Δεν θέλουμε να αφήσουμε κανέναν να μας κάνει να σιωπήσουμε επάνω σε αυτά που θέλουμε να πούμε. Είναι ατυχές που το WNBA μας επέβαλε πρόστιμα και δεν υποστήριξε τις αθλήτριες του." Καθώς αντίστοιχες δηλώσεις πλήθυναν, η λίγκα απέσυρε τελικά τα πρόστιμα, ελπίζοντας να καταλαγιάσουν κάπως και οι εκδηλώσεις. Αντί αυτού, τους επόμενους μήνες εκείνες συνέχισαν, με αποκορύφωμα να έρχεται μάλιστα έναν χρόνο μετά, τον Αυγουστο του '17 και μετά τα γεγονότα στην Σαρλοτσβιλ, όταν δολοφονήθηκε μία αντί-ναζί διαδηλωτής από μέλος του χώρου των White Supremacists. Τότε , τουλάχιστον πέντε ομάδες στάθηκαν κατά την διάρκεια της ανάκρουσης του εθνικού ύμνου με σταυρωμένα χέρια (ένδειξη μη σεβασμού) , με τις παίκτριες τις Φίβερ να εκδίδουν - ως τελευταίες χρονικά στην αλυσίδα - την ακόλουθη δήλωση.

"Οι παίκτριες της Ιντιάνα Φίβερ αναμένονται να συμμετέχουν μαζι με τις αντιπάλους τους, σε μια ένδειξη ενότητας που επεκτείνεται σε όλο το πλάτος της λίγκας, κατά την διάρκεια του εθνικού ύμνου αυτο το Σαββατοκύριακο. Οι αθλήτριες και από τις δύο ομάδες αναμένονται (δική μου μετάφραση για το "they are expected") να σταθούν με σταυρωμένα χέρια, συμβολίζοντας έτσι την ενότητα ενάντια στην θρησκοληψία, το μίσος και ρατσισμό".

Τα διακυβεύματα της μαζικής προβολής τέτοιων ιστοριών, προβάλουν κατά την γνώμη μου ως πολύ μεγαλύτερα από εκείνα των αναπαραστάσεων γύρω από την Μπέκι Χάμον.  Οι μαύρες γυναίκες του WNBA δεν καταδεικνύουν απλώς την δυνατότητα των μη προνομιούχων να συμμετέχουν στον δημόσιο λόγο, αλλά δίνουν στην συμμετοχή αυτή μια διαφορετική προοπτική, συγκεκριμενα σχετική με αντιλήψεις γύρω από το φύλο, την φυλή ή την ταξη. Μας ζητούν να δούμε τις δυνατότητες ή τους περιορισμούς του φύλου ως σχετικούς και με άλλους τομείς της δημόσιας ζωής, όπως η οικονομική διαστρωμάτωση, το χρώμα του δέρματος ή η καταγωγή. Δεν πρόκειται για γυναίκες που διεκδικούν ίσα δικαίωματα στην εργασία, των οποίων η κατάκτηση μπορεί να εορτασθεί από εκείνους που τα προσφέρουν. Πρόκειται , αντίθετα, για υποκείμενα που ζητούν να εισβάλουν στον κυρίαρχο διάλογο και να έχουν συμμετοχή στην σχηματοποίηση των σχέσεων εργασίας με έναν δικό τους, τελείως ξεχωριστό, λόγο και ως εν δυνάμει διαμορφωτές μιας - έστω τμηματικής - κοινωνικής αλλαγής. Η Μπέκι Χάμον δεν διεκδίκησε η ίδια μια τέτοια θέση, παρά την κατασκεύασαν αλλοι για εκείνη , με τα δικά τους διανοητικά υλικά. Η ίδια θα μπορούσε κάλλιστα να λειτουργήσει ως μια αφορμή για να αποκτήσουν ορατότητα διάφορες άλλες ιστορίες, κάτι που υποθέτω έγκειται στις προθέσεις του καθενός. 

Όπως και να έχει, ο συνολικός προβληματισμός αυτού του κειμένου ουσιαστικά απορρέει και από μία έμφυτη ανωμαλία του. Είμαι ένας λευκός, ετεροφυλόφιλος άντρας, που γράφει κάτι για υποθέσεις σχετικές με τις γυναίκες. Είμαι εξαιρετικά χαρούμενος που η Μπέκι Χάμον μπορεί να αναλάβει χρέη προπονητή στους Μιλγουόκι Μπακς. Το επικροτώ. Όμως η διάβολος απέναντι με ρωτάει το εξής : Πώς θα ένιωθες αν οι μαύρες λεσβίες γυναίκες είχαν αύριο την δύναμη να υψώσουν το μεσαίο δάχτυλο και να αποφασίσουν πως "αυτόν τον γαμημένο κόσμο θα τον φτιάξουμε εμείς όπως θέλουμε και εσύ δεν μπορεί να κάνεις τίποτε για αυτό;" Χμ... Δεν ξέρω πόσοι το προσέξατε, αλλά ακριβώς αυτό συμβαίνει τώρα και εδώ και πολλά, πάρα πολλά χρόνια.  

Σημειώσεις

  1. Έβαλα την ισότητα σε εισαγωγικά σε αυτό το σημείο, διότι είναι μια έννοια που εννοείται πολλές φορές ως ομοιότητα. Τα εισαγωγικά εξυπηρετούν περισσότερο στο να μην ασχοληθεί κανείς ιδιαίτερα με τον όρο στο συγκεκριμένο κείμενο.
  2. Δεν θέλω επ'ουδενί να υπονοήσω ότι το να προσληφθεί μια γυναίκα ως CEO σε μεγάλη εταιρία, αποτελεί αντικειμενικό (ή επιθυμητο) κριτήριο επιτυχίας.
  3. "Rethinking the Public Sphere: A Contribution to the Critique of Actually Existing Democracy", μέρος του επιστημονικού περιοδικού Social Text, No. 25/26 (1990), pp. 56-80. Μπορείτε να το αγοράσετε online εδώ https://www.jstor.org/stable/466240?seq=1#page_scan_tab_contents
  4. H Σούζαν Χέκμαν είναι καθηγήτρια πολιτικών επιστημών στο πανεπιστήμιο University of Texas at Arlington και θεωρείται σημαντική φιγούρα στην εξέλιξη των φεμινιστικών σπουδών. Το κείμενο που χρησιμοποιώ ως πηγή ονομάζεται "Πέρα από την ταυτότητα - Φεμινισμός, ταυτότητα και πολιτικές της ταυτότητας" και θα το βρείτε στον παρακάτω σύνδεσμο http://www.rebelnet.gr/articles/view/beyond-identity-feminism-identity-and-identity-politics. Προσφέρει μια εξαιρετική σύνοψη των προβληματων και των συμβολών της σκέψης γύρω από την έννοια της "ταυτότητας".
  5. Για τις πολιτικές ταυτότητας, η Χέκμαν αναφέρει "Οι πολιτικές της ταυτότητας, παρομοίως, φαίνεται να αποτελούν το απαραίτητο αντίδοτο για τα προβλήματα που έχουν αντιμετωπίσει οι γυναίκες στο πολιτικό πεδίο. Ο φεμινισμός του πρώτου κύματος, δίνοντας έμφαση στην ισότητα των ανδρών και των γυναικών, απευθύνθηκε στο πρόβλημα της πολιτικής ταυτότητας των γυναικών επιχειρώντας να χωρέσει τις γυναίκες στην πα­γκόσμια κατηγορία του “πολίτη”. Η ανακάλυψη του δεύτερου κύματος του φεμινισμού ότι αυτή η κατηγορία ήταν εγγενώς παρά συμπτωματικά αρρενωπή ακύρωσε αποτελεσματικά τη στρατηγική αυτή. Αλλά η λύση που προσέφερε ο φεμινισμός του δεύτερου κύματος, δίνοντας έμφαση στις δια­φορές ανάμεσα σε άνδρες και γυναίκες και ορίζοντας τις φεμινιστικές πολιτικές με τους όρους της παγκόσμιας κατηγορίας “γυναίκα”, απεδείχθη εξίσου ελαττωματική. Η κατηγορία της “γυναίκας” διατήρησε την ηγεμονία της λευκής, μεσαίας τάξης, ετεροσεξουαλικής γυναίκας, ξαποστέλνοντας τις άλλες γυναίκες στα όρια των φεμινιστικών πολιτικών."
  6. Τον όρο "αντι-κοινό" τον χρησιμοποίησα ελλείψει καλύτερου για το αγγλικό "counterpublics", που συναντάται στα - χωρίς να προέρχεται από τα - γραπτά της Νάνσι Φρέιζερ (και φυσικά αλλων διανοητών). Δείτε παρακάτω http://criticallegalthinking.com/2016/11/06/nancy-fraser-subaltern-counterpublics/
  7. Βλ. το βιβλίο "Αναταραχή Φύλου, ο Φεμινισμός και η Ανατροπή της Ταυτότητας" (1990), εκδόσεις Πολιτεία.

 

 

 

 

 

 

 

 

 


 

 PODCASTS

Basketballguru.gr 2018 All righs reserved.      Designed and Developed by Web Rely