Τετάρτη, 10 Νοεμβρίου 2021 09:32

Erik Spoelstra, you did it again

Aπό :

Ο αγώνας του περασμένου Σαββατόβραδου μεταξύ Miami Heat και Utah Jazz έφερε αντιμέτωπες τις δύο καλύτερες ομάδες των δύο περιφερειών τους εκείνη τη στιγμή, με την εικόνα του αγώνα να είναι αντάξια του χαρακτηρισμού “ντέρμπι κορυφής”. Δύο διεκδικητές του τίτλου -στους οποίους κανείς στην πραγματικότητα δεν πολυπιστεύει ως πραγματικούς τέτοιους- έδωσαν μια μπασκετική παράσταση πολύ υψηλού επιπέδου, με τους Heat να επικρατούν τελικά και να δηλώνουν όλο και πιο ηχηρά την υποψηφιότητά τους για μια θέση στους Τελικούς. 

Οι Miami Heat της μετά-Wade εποχής είναι μια ομάδα που έχει μάθει να βασίζεται στην ανωτερότητα του συνόλου έναντι των μονάδων, και χρόνο με τον χρόνο χτίζει πάνω σε αυτή τη συνταγή, με το μεράκι του Erik Spoelstra να σμιλέψει τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά κάθε παίκτη του σε ένα γλυπτό με σκοπό και συνοχή. Η απρόσμενη πορεία των Heat μέχρι τους τελικούς του Orlando Bubble φάνταζε να είναι το απόγειο αυτής της σύλληψης, όταν η αναπόφευκτη εγγύτητα των παικτών και ο φρενήρης ρυθμός των παιχνιδιών έφεραν στο προσκήνιο την ενστικτώδη αλληλοκατανόηση των παικτών, αλλά και την ύπαρξη διαχρονικών τακτικών αρχών σαν καίριους παράγοντες της επιτυχίας. Το ότι στο τέλος της διαδρομής έπεσαν πάνω στον παίκτη που είναι περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο μια τακτική μόνος του και τον Anthony Davis δίπλα του, ο οποίος το αντίστοιχο στην απέναντι πλευρά του παρκέ (και μάλιστα σε μια σειρά που σούταρε καλύτερα από ποτέ) δεν αποτελεί έκθεση των περιορισμών αυτής της προσέγγισης. Αντίθετα αποτελεί παράσημο τους το γεγονός ότι χρειάστηκαν δύο hall of famers για να τους σταματήσουν.

Η περσινή σεζόν ήταν μάλλον μια κρυάδα μετά από αυτή την πορεία, κυρίως γιατί ήταν από νωρίς σαφές ότι οι Heat δεν έχουν τα επιθετικά όπλα για να χτυπήσουν τους κορυφαίους της περιφέρειάς τους στα playoffs. Οι λόγοι είναι πολλοί: Τα σημάδια του χρόνου φάνηκαν απότομα στο παιχνίδι του συγκλονιστικού στο bubble Goran Dragic, η χρησιμότητα του Andre Iguodala ήταν όλο και μικρότερη σε μια ομάδα που έψαχνε κάποιον ακόμη να βάλει την μπάλα στο καλάθι, ο Herro δεν είχε γίνει all-star σε μια νύχτα, ενώ οι προσθήκες Harkless, Oladipo, Bjelica, Bradley και Ariza έπεσαν όλες στο κενό. 

Σε ένα κομβικό καλοκαίρι λοιπόν, η απάντηση του Pat Riley ήταν να επενδύσει ακόμη περισσότερο στην σκληροτράχηλη και “μπασκετική” ταυτότητα των Heat, με τις τρεις βασικές προσθήκες της ομάδας να είναι ο P.J. Tucker (36 ετών), ο Markieff Morris (33 ετών) και φυσικά ο Kyle Lowry (35 ετών). Ενώ η προσθήκη του Kyle Lowry σε οποιαδήποτε ομάδα θα είναι πάντα θετική τόσο στο παρκέ, όσο και στα αποδυτήρια, το καλοκαίρι των Heat μάλλον αντιμετωπίστηκε με σκεπτικισμό από την μπασκετική ιντελιγκέντσια - το ίδιο και από εμένα εδώ που τα λέμε. Θα μπορεί ο Lowry να συνεχίσει να ξεγελά τον χρόνο (όπως και ο Chris Paul), ο οποίος ιστορικά είναι η νέμεση των guards του 1,80 μόλις αυτοί πατήσουν τα 30; Έλυσαν αυτές οι κινήσεις το βασικό πρόβλημα των Heat που, υπεραπλουστευτικά, ήταν η απουσία ιπποδύναμης στην επίθεση; Σε ό,τι αφορά την κανονική περίοδο, υπάρχουν λύσεις μετά τους εφτά πρώτους παίκτες;

Το ξεκίνημα με 7-3 δεν έχει δώσει απαραίτητα βέβαιη απάντηση σε όλα αυτά τα ερωτήματα, αλλά κατά κάποιον τρόπο τα έχει επαναδιατυπώσει. Οι Heat δεν κερδίζουν μέσα από την ιδιοφυία ενός superstar, δεν προκαλούν καταιγίδες τριπόντων, ούτε καταφεύγουν σε μπασκετικό κατενάτσιο ελέω ελλείψεων στην επίθεση. Κερδίζουν παίζοντας παλιό καλό μπάσκετ. Στα πρώτα αυτά παιχνίδια οι Heat βρίσκονται στο top-5 της Λίγκας τόσο σε αμυντική, όσο και σε επιθετική αποτελεσματικότητα. Και αν η πρώτη ήταν αναμενόμενη για μια ομάδα που έχει στην βασική της πεντάδα Lowry, Butler, Tucker και Adebayo, η δεύτερη χρειάζεται μια παραπάνω εξήγηση. Μπορεί οι Heat να βρίσκονται και πάλι στον πάτο της Λίγκας σε pace, ωστόσο βρίσκονται ψηλά τόσο σε συχνότητα, όσο και αποτελεσματικότητα στο transition - εύκολοι πόντοι δηλαδή. Αυτή η εξέλιξη έχει τη σφραγίδα του Kyle Lowry, ο οποίος κυνηγάει σαν λαγωνικό κάθε ευκαιρία να βρει παίκτη στην απέναντι πλευρά του γηπέδου μετά από rebound, ή, γιατί όχι, και μετά από καλάθι. Σε αυτό έχει βρει μια σχεδόν ενστικτώδη χημεία με τον Jimmy Butler. 

Η παρουσία του Lowry έχει άλλη μια θετική παρενέργεια. Έχει επιτρέψει στον Jimmy Butler να ενεργοποιήσει και πάλι το ένστικτο του σκόρερ. Αμφότεροι είναι παίκτες που στην πραγματικότητα μάλλον προτιμούν το “right play” από το προσωπικό τους σκορ, έτσι που συχνά βλέπαμε τον Butler να έχει επενδύσει τόσο πολύ σε αυτόν τον ρόλο, ώστε κατέληγε να πασάρει σε καταστάσεις που ήταν ιδανικές για να σκοράρει ο ίδιος, πολλές φορές ακόμα και ενώ βρισκόταν στον αέρα κοντά στο καλάθι. Τώρα που ο Lowry είναι άλλος ένας κρίκος στην κυκλοφορία των Heat, κάτι που καθιστά την έξτρα πάσα εγγυημένη, έχει επιστρέψει και ο mean motherfucker Jimmy Butler, που απολαμβάνει να είναι η πρώτη επιλογή στην επίθεση χωρίς επιφυλάξεις. Και κάθε φάση που περιλαμβάνει τον Lowry ως screener είναι εγγύηση όμορφου μπάσκετ. 

Αυτή η αλυσιδωτή αντίδραση αγγίζει και τον Tyler Herro. Αν και όλες οι θεωρίες περί απογοητευτικής περσινής σεζόν ήταν μάλλον υπερβολικές, είναι αλήθεια ότι δεν έκανε την αλματώδη πρόοδο για την οποία θεωρήθηκε προορισμένος μετά τα όργια του στο bubble. Δεν είναι κάτι παράλογο. Απεναντίας, ουκ ολίγες φορές η Λίγκα “μαθαίνει” απρόσμενα καλούς rookies και τους θέτει νέα προβλήματα. Το αφήγημα, το οποίο τροφοδότησε και ο ίδιος, ήθελε τον Herro να την έχει ψωνίσει με την γρήγορη επιτυχία του. Αυτό δεν είναι κάτι που μπορούμε να αξιολογήσουμε. Αντίθετα, πιο πιθανή είναι η περίπτωση να έκανε το άλμα από την rookie στη sophomore σεζόν μεταξύ προ διακοπής και bubble και η μικρή offseason που ακολούθησε να μην επέτρεψε την περαιτέρω ανάπτυξη του παιχνιδιού του, κάτι που συνέβη στη μακρά offseason του 2021. Σε κάθε περίπτωση, αυτό που μπορούσαμε να δούμε στο γήπεδο είναι ότι οι Heat δεν ήξεραν ακριβώς τι ήθελαν από τον Herro, καθώς χρειάζονταν τόσο έναν ακόμη χειριστή, όσο και έναν microwave σκόρερ από τον πάγκο. Ο Herro έκανε ψιλοκαλά και τα δύο. Τώρα που αυτός ο βασικός χειριστής υπάρχει, ο Tyler Christopher Herro (πόσο πιο λευκό όνομα;) μπορεί να παίξει πιο ελεύθερα ως σκόρερ. Οι 21 πόντοι με 43% ίσως να μην είναι ρεαλιστικοί για όλη τη σεζόν, είναι όμως ενδεικτικοί της κατεύθυνσης της εξέλιξης του 21χρονου guard. 

Η “μπασκετικότητα” που πολλές φορές χρησιμοποιούμε είναι μια αρκετά αόριστη έννοια που πιο εύκολα εξηγείται με το αφοριστικό “δεν μπορείς να το περιγράψεις, αλλά το καταλαβαίνεις όταν το βλέπεις”. Μερικά στοιχεία που θα μπορούσαμε να ξεχωρίσουμε είναι το κυνήγι της έξτρα πάσας για να βρεθεί ένα λίγο καλύτερο σουτ, η κίνηση χωρίς την μπάλα, όπως συχνά` εκφράζεται από κοψίματα που γίνονται, όχι μηχανικά, αλλά με την ελευθερία κινήσεων που δίνει το ένστικτο μέσα σε μια σαφή δομή, η επικοινωνία μέσα στο γήπεδο, η εκμετάλλευση όλων των συμπαικτών, το διάβασμα της φάσης πριν η μπάλα φτάσει στα χέρια του παίκτη και η διάθεση να μην σπαταληθεί χρόνος σε άσκοπο ντριμπλάρισμα, η χρήση του κορμιού για σωστές επαφές σε άμυνα και επίθεση.

Για να συνδέσουμε και το ζήτημα των ημερών που είναι οι αλλαγές στους κανόνες και η επιρροή τους στις βολές, o Trae Young έχει “χάσει” τρεις προσπάθειες από τη γραμμή ανά αγώνα σε σχέση με πέρσι. Ο Harden σουτάρει λιγότερες από πέντε ανά αγώνα, όταν προ διετίας βρισκόταν περίπου στις 12 και ο LeBron λιγότερες από τέσσερις. Ξέρετε ποιοι έχουν ανεβάσει τις προσπάθειές τους από τη γραμμή φέτος; Ο Βutler και ο Adebayo. Ανατρέχοντας στη θολή μπασκετικότητα που αναφέραμε πριν, τα fouls που κερδίζει ο Butler είναι περιπτώσεις που ρίχνει το κορμί του πάνω στον αμυντικό με πραγματική πρόθεση να σκοράρει, πάντα έτσι ήταν, και όχι μια προσπάθεια ακροβασίας στο σύνορο των κανονισμών. 

Επιστρέφοντας λοιπόν στο δεύτερο ερώτημα, ο Lowry δίνει λύσεις στο πρόβλημα του επιθετικού πλουραλισμού, ακόμη και αν σκοράρει μόνο κάτι παραπάνω από 11 πόντους κατά μέσο όρο. Η μειωμένη παραγωγικότητά του δεν φαίνεται να είναι ένδειξη αγωνιστικής παρακμής, κινείται με τη γνωστή του έκρηξη και αποφασιστικότητα, τα πατήματά του στα pull-ups παραμένουν εξαιρετικά. Απέναντι στη Utah τράβηξε το σκορ όταν χρειάστηκε - ενώ το άσφαιρο παιχνίδι του απέναντι στους Nuggets ήταν η διαφορά στην ήττα από τους Nuggets δύο μέρες μετά. 

Μια άλλη ομορφιά, την οποία ανέδειξε και ο Zach Lowe στην εβδομαδιαία στήλη του Ten Things I like and don’t like, είναι η χρησιμοποίηση του P.J. Tucker. Ένας παίκτης ο οποίος την τελευταία τετραετία είχε βγάλει κάρτα μόνιμου κατοίκου για να παρκάρει στις γωνίες, συνεχίζει να ξεκινάει τις επιθέσεις εκεί, όμως μια ωραία πτυχή της συνεχούς πίεσης των Heat στις αντίπαλες άμυνες είναι το τι γίνεται όταν η μπάλα φτάνει σε αυτόν και δεν καταλήγει σε προσπάθεια. Στο Houston απλά θα έδινε την μπάλα κάπου αλλού. Πλέον θα την δώσει δίπλα στις 45°, και θα σκρινάρει κατευθείαν εκεί, και θα την ξαναπάρει ρολάροντας προς τα μέσα για φτιάξει ο ίδιος παιχνίδι, συνήθως αφήνοντας την μπάλα στον ψηλό που θα μείνει ελεύθερος όταν έρθει η βοήθεια. Δεν είναι κάτι φοβερό, αλλά είναι η διαφορά μιας επίθεσης που ψάχνει για λύσεις 24’’ και μιας που καταλήγει κατ’ ανάγκην σε isolation.

Το ερώτημα του που δεν ακουμπήσαμε ως τώρα είναι αυτό του βάθους. Το θετικό είναι πως με εξαίρεση τα 35’ λεπτά του Butler κανείς δεν παίζει περισσότερα από 32’. Dedmon, Markieff και Caleb Martin δίνουν καλά λεπτά και το φετινό στοίχημα είναι ο Max Strus. Χωρίς να έχει το ύψος του Duncan Robinson, είναι ένα παρόμοιο project του Erik Spoelstra. Έχει την αίσθηση του χώρου και την ταχύτητα στην εκτέλεση, και αν μπορέσει να συνηθίσει την συνεχή και αποφασιστική κίνηση του Duncan Robinson, θα μπορέσει να του επιτρέψει κάποιες ανάσες, τις οποίες φαίνεται να χρειάζεται στο πολύ κρύο ξεκίνημά του. Γεγονός που αν θέλετε είναι καλό σημάδι για τους Heat, καθώς είναι τόσο παραγωγικοί με τον Robinson να σουτάρει με 32% -άλλη μια απόδειξη πως το τρίποντο δεν είναι μόνο ένα ποσοστό, αλλά κυρίως η προθυμία να κινηθεί ο παίκτες και να σουτάρει, απαιτώντας σεβασμό από την άμυνα. 

Ο “παράγοντας Χ” είναι ο Victor Oladipo των μόλις 87 παιχνιδιών την τελευταία τριετία. Αν είναι υγιής, χωράει ένας ball dominant guard σε αυτή την ενσάρκωση των Heat; Αν κάποιος μπορεί να λύσει αυτόν τον γρίφο, αυτός είναι ο Erik Spoelstra, αλλά τα χαρακτηριστικά του δεν μοιάζουν πολύ συμβατά με αυτό το ρόστερ. Λογικά μέσα στις επόμενες μέρες θα κάνει το ντεμπούτο του για φέτος και είναι μια πτυχή που αξίζει να παρακολουθήσουμε.

Την ηχηρή νίκη απέναντι στους Jazz διαδέχτηκε η ήττα με κάτω τα χέρια από τους Nuggets, όπου και πάλι η επίθεση κόλλησε. Οι τρεις ήττες των Heat είναι τα τρία παιχνίδια στα οποία έχουν σκοράρει λιγότερο από 100 πόντους. Αν και δεν στηρίζονται στο ατομικό ταλέντο ενός παίκτη, παρόλαυτα δεν έχουν την πληθώρα λύσεων να είναι το ίδιο παραγωγικοί αν κάποιο από τα βασικά στελέχη τους είναι σε κακή μέρα. Το ταβάνι τους παραμένει το ίδιο, αλλά οι ήττες τους είναι ενδεικτικές της συντήρησης που θα πρέπει να κάνουν. Εν κατακλείδι όμως, είναι μια ομάδα που μπορεί να κερδίσει οποιονδήποτε παίζοντας πανέμορφο μπάσκετ. Erik Spoelstra, you did it again.

Περισσότερα σε αυτή την κατηγορία: « Η συνύπαρξη Hayes - Cunningham στο Detroit Ο DeRozan ήταν ήδη εκεί »

Basketballguru.gr 2018 All righs reserved.      Designed and Developed by Web Rely